Η μύγα της μεσογείου είναι ένα πολυφάγο έντομο με περισσότερα από 250 είδη καλλιεργούμενων φυτών-ξενιστών. Προσβάλλει ημιώριμους ή και ώριμους καρπούς πολλών δένδρων, θάμνων, ή ποωδών φυτών, σε τροπικές, υποτροπικές και εύκρατες περιοχές. Στην Ελλάδα απαντάται από την Κρήτη έως και τη Βόρεια Ελλάδα και προκαλεί συχνές και σοβαρές ζημιές σε εσπεριδοειδή, αχλάδια, μήλα, ροδάκινα, βερίκοκα, σύκα και άλλα φρούτα.
Τα ενήλικα έντομα εμφανίζονται την άνοιξη. Αφού τραφεί για λίγες ημέρες, ωριμάσει αναπαραγωγικά και συζευχθεί το θηλυκό τοποθετεί στον καρπό-ξενιστή 1-6 συνήθως αυγά. Οι προνύμφες αναπτύσσονται σε βάρος του καρπού. Η βλάβη συνεχίζεται και μετά τη συγκομιδή. Εκτός από τη διάβρωση και νέκρωση της σάρκας των καρπών, αναπτύσσονται στον προσβεβλημένο καρπό δευτερογενώς μύκητες ή άλλοι μικροοργανισμοί που συντελούν στην πιο γρήγορη σήψη του. Όταν ο καρπός αρχίζει να σαπίζει, ωοτοκούν εκεί και άλλα είδη εντόμων.
Στα εσπεριδοειδή η οπή ωοτοκίας είναι συνήθως ευδιάκριτη. Είναι ένα μαύρο ή σχεδόν μαύρο σκοτεινοκάστανο στίγμα, διαμέτρου
Προσβεβλημένοι καρποί είναι ακατάλληλοι για την κατανάλωση, συνεπώς η ζημιά μπορεί να είναι σοβαρή αν το έντομο δεν καταπολεμηθεί έγκαιρα. Σε περιοχές όπου κατά κανόνα δεν γίνεται καταπολέμηση της, η πυκνότητα πληθυσμού της μεσογειακής μύγας και οι ζημιές της είναι μεγαλύτερες προς το τέλος της θερμής εποχής (Αύγουστο- Νοέμβριο). Το έντομο ωοτοκεί σε όποια είδη καρπών βρίσκει κάθε εποχή και μπορεί να πετάξει σε αποστάσεις εκατοντάδων μέτρων για να βρει κατάλληλο καρπό για ωοτοκία. Συνεπώς, σε περιοχές όπου το ζεστό κλίμα ευνοεί την ανάπτυξη του εντόμου και ιδιαίτερα όπου υπάρχει ποικιλία φυτών-ξενιστών, ο κίνδυνος προσβολής υπάρχει σχεδόν κάθε χρονιά.
Η καταπολέμηση της μύγας της μεσογείου γίνεται συνήθως με χημικά μέσα, δηλαδή με ψεκασμούς καλύψεως ή δολωματικούς. Την ανάγκη και τον χρόνο των ψεκασμών προσδιορίζουμε παρακολουθώντας τις μεσογειακές μύγες που πιάνονται σε παγίδες, που κρεμάμε στον οπωρώνα λίγες εβδομάδες πριν αρχίσουν οι καρποί να γίνονται κατάλληλοι για ωοτοκία του εντόμου. Όταν δεν χρησιμοποιούμε παγίδες για την παρακολούθηση του πληθυσμού ώστε να προσδιορίσουμε την ανάγκη και τον κατάλληλο χρόνο καταπολέμησης, πρέπει να προστατεύουμε τους καρπούς όλη την περίοδο που είναι ευπρόσβλητοι από το έντομο. Αυτό γίνεται με ψεκασμούς που ο αριθμός τους εξαρτάται από την εποχή, την περιοχή και το είδος του δένδρου. Ψεκασμοί όμως καλύψεως σε εσπεριδοειδή στη Χίο κατά το 1960, είχαν ως αποτέλεσμα την ελάττωση των φυσικών εχθρών των κοκκοειδών και ιδίως του λεκανίου, με συνέπεια ισχυρές προσβολές από λεκάνιο και ανάπτυξη σε μεγάλο βαθμό μυκήτων της καπνιάς. Συνεπώς καλόν είναι να αποφεύγονται οι ψεκασμοί καλύψεως, όπου είναι δυνατόν.
Γράφει: Ανδριάνα Ν. Καρανικολή, Γεωπόνος.
E- mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.